χαρτάκι

χαρτάκι
το кусок бумаги, бумажка

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "χαρτάκι" в других словарях:

  • χαρτάκι — το υποκορ. του χαρτί μικρό χαρτί: Έγραψε τη διεύθυνσή του σ ένα χαρτάκι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χαρτάκι — το, Ν υποκορ. τ. τού χαρτί …   Dictionary of Greek

  • Γκόλεμ — Μορφή της εβραϊκής μυθολογίας.Με την ονομασία αυτή είναι επίσης γνωστό ένα πήλινο άγαλμα που κατασκευάστηκε τον 18o αι. στην Πράγα από το ραβίνο Σεβ. Ο κατασκευαστής του τον μετέτρεψε σε αληθινό υπηρέτη του, δίνοντάς του ζωή με μία μυστική… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»